Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007

Ο ΡΑΤΣΙΣΜΟΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ...

Δεν είναι δύσκολο να γίνεις.
Δύσκολο είναι να το αποφύγεις.

Βγαίνεις το πρωί από το σπίτι ήδη με κακή διάθεση γιατί θα πας σε μια δουλειά που στη δίνει στα νεύρα και θα υποστείς διάφορα με αντάλλαγμα ένα ψωριάρικο μισθό.
Μπαίνεις στο μετρό, στο λεοφωρείο, στουμπηγμένος σαν σαλάμι, και γύρω σου σε σπρώχνουν από κάθε μεριά κάθε φυλής άνθρωποι. Μάλιστα δύσκολα διακρίνεις ένα συμπατριώτη. Στ’αφτιά σου σφυρίζουν ήχοι από γλώσσες που ακούς για πρώτη φορά.

Κάποιος βρε αδερφέ θα σε σπρώξει, θα σε πατήσει, φυσικό είναι. Και τη στιγμή εκείνη διασταυρόνονται τα βλέμματα . Δυό ανθρώπων που δεν γνωρίζονται μεταξύ τους αλλά που βλέπεις ξεκάθαρα ότι δεν έχουν καμμιά επιθυμία να γνωριστούν ούτε ο ένας ουτε ο άλλος.

Ο ένας γιατί προσπαθεί να καταλάβει γιατί του προεκύψαν και πως τόσοι «ξένοι στο σπίτι του» και δεν έχει καμμιά διάθεση μέσα στη ζοχάδα του και στις σκοτούρες του να σπρώχνεται στο μετρό που θεωρει «δικό του» με τους «αλλους». Να του παίρνουν τη θέση.. Τη θέση του που πληρώσε ακριβά για να γίνει...
Ο άλλος ξέρει ότι έτσι είναι και αντιπαθεί τον ντόπιο αυτόματα ενστικτώδικα.
Και οι δυο αισθάνονται θύματα. Η έχθρα γεννιέται.

Τι δουλειά έχεις εσύ στο σπίτι μου? Λέει ο ένας.
Σε αντιπαθώ γιατί αναγκάστηκα να σου ζητιανέψω αισθάνεται ο άλλος. Κι αν μπορέσω μια μέρα ονειρεύομαι να γίνεις εσύ ο υπηρέτης μου...

Και το θέμα του μετρό μπορείς να το ξεπεράσεις ίσως κάπως πιο ανάλαφρα.
Αλλά αν μαζί με το στριμωξίδι πηγαίνεις στο γραφείο ανεργίας?
Εκεί μαζί με όλους τους ξένους και γνωστούς ιδρωμένος στριμωγμένος πίσω από τους απρόσωπους γκισέδες κι αισθάνεσαι μια βία να γεννιέται μέσα σου να τα σπάσεις όλα. Κι αυτές οι φάτσες μπροστά σου οι ξένες οι μακρινές σου τη δίνουν. Δεν γουστάρεις να έχουν δουλειά, να αγοράσουν σπίτι, να βάλουν λεφτά στη τράπεζα να γίνουν οι αυριανοί σου εργοδότες. Γιατί έτσι έχεις καταλάβει ε?

Αν δεν ήταν αυτοί εσύ θα ήσουν καλύτερα.
Αν η πατρίδα σου έδιωχνε όλα αυτά που εσύ ονομάζεις «παράσιτα» θα έλαμπαν καινούργιες μέρες γεμάτες καλοπέραση ε?

Ετσι γεννιέται ο ρατσισμός.
Ο ρατσισμός είναι μια διαρκής ενόχληση στο ήδη ζοχαδιασμένο μυαλό.
Είναι η αιτία της κατάντιας μου. Είναι η δυνατότητα να δώσω όνομα στα δεινά μου.
Η δουλειά που λείπει, το έγκλημα που αυξήθηκε, η πάτρίδα που αλλοιώνεται, η αναγκαστική συμβίωση δυο δυστυχισμένων στην ίδια στέγη... Κι ο ένας περισσεύει. Και περισσεύει αυτός που ήρθε και αρχίζει και αποκτάει περισσότερα από το νοικοκύρη.

Και τι θα γίνει? Αρχίζει το μυαλό και βράζει σαν ηφαίστειο. Τα δόντια τρίζουν. Ψάχνεις να βρεις κάτι να δώσει χρώμα τη μιζέρια σου.
Οπως το παιδί το δαρμένο στο σχολείο γυρίζει με παράπονο στο πατέρα και λέει «με δείρανε» γυρίζεις στη πατρίδα.
Είμαι έλληνας ρε!! Κι εδώ είναι το σπίτι μου!

Πριν που δεν είχαν έρθει όλοι αυτοί πάλι δεν ήταν σπίτι σου. Μίζερος, ξεχασμένος και βασανισμένος ήσουν αλλά δεν ήξερες τι να πεις. Που να ριξεις το φταίξιμο. Με τι να παλαίψεις.

Τώρα να στο φέρανε μπροστά σου. ΑΥΤΟΙ ΦΤΑΙΝΕ. ΟΡΜΑ!
Πόσο εύκολα γεννιέται το βασανιστικό ρατσιστικό συναίσθημα?
Πόσο εύκολα μπορείς να ονειρευτείς τη πατρίδα σου σαν μια Νέμεση κι εσύ ο εκδικητής πιστός στρατιώτης της που θα πάρεις τη χαμένη της αξιπρέπεια πίσω ?
Πόσο εύκολα μπορούν να εκμεταλλευτούν τη σκοτεινή πλευρά του μυαλού σου?
Είναι τόσο απλό... και τόσο βαθύ συνάμα.

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πολύ εύστοχο, ακριβές και συμπυκνωμένο. Περιγράφει ακριβώς αυτό που συμβαίνει στον ψυχισμό και το θυμικό μας.
Κι όταν δουλεύει υπερωρίες το θυμικό, είναι πολύ δύσκολο να αντισταθείς στο δάχτυλο που σου προσφέρει κάποιο στόχο, κάποιο λόγο και σου λέει ΟΡΜΑ!

vasiliskos είπε...

"είναι πολύ δύσκολο να αντισταθείς στο δάχτυλο που σου προσφέρει κάποιο στόχο"
Αυτό φοβάμαι..

johnnie be good είπε...

ποσο διαφορετικα θα ητανε τα πραγματα, αν ο καθενας εμπαινε στον κοπο να σκεφθει εστω, δεν λεω να αντιληφθει, για μια μονο στιγμη, την πραγματικοτητα που βιωνει ο καθε αλλος?