Σου γράφω προς τιμή της μορφής σου που κρέμεται ακόμα στους τοίχους των παιδιών. Θλίψη φίλε, θλίψη παντού. Κι ότι ελάχιστο είχε γίνει μας το παίρνουν πίσω διπλά. Κι εμείς εδώ με τα χέρια δεμένα και τα μυαλά τρύπια, ούτε τραγούδια έχουμε πια να πούμε, ούτε φωνές να ουρλιάξουμε.
Ζούμε απλά ανάμεσα σε ευχέλαια για τον Αρχιεπίσκοπο, ζούμε με ευχέλαια για τη μιζέρια που μας έχει τυλίξει από παντού.
Δεν είναι καιρός πια για επαναστάσεις. Είναι καιρός υποσχέσεων. Η δημοκρατία υπάρχει παντού, τόσο δυνατή τόσο απόλυτη ώστε να μπορείς να βλέπεις κάποιον να σωριάζεται δίπλα σου χωρίς τύψεις.
Ξέρεις μπορούμε να μιλάμε για ότιδήποτε. Ελεύθερα. Χωρίς κυνηγητά, χωρίς αίμα, έτσι κι αλλοιώς κανείς δεν μας ακούει.
Το ακατόρθωτο έγινε. Δεν χρειάζεται πια κανείς βία και αιματοχυσίες για να κυβερνήσει. Μπορεί να περιφρονεί όσο θέλει έναν ολόκληρο λαό, μπορεί να παίρνει ότι αντιλαϊκά μέτρα θέλει, μπορεί να βλέπεις τους γέρους να σέρνονται γύρω από τα καφάσια με τις ντομάτες για πέταμα στη λαική μετά τις 2 για ναναι φτηνές, τα νιάτα να στήνουν κώλο για να βρουν μια θέση της πείνας, τους αρρώστους να στριγμόνονται στα ράτζα αβοήθητοι ή στη χειρότερη περίπτωση να γείνονται αθλια πειραματόζωοα, μπορείς να βλέπεις ακόμα τη παιδεία ν’ασελγεί πάνω στα μυαλά των νιάτων, και τους χοντρομπαλάδες διεφθαρμένους νταβατζήδες της ζωής ν’ασελγουν πάνω σε κάθε μορφή της, κι όμως σιωπή.
Κάτι δημοσιογράφοι βγαίνουν κάθε τόσο και βρίζουν τάχατες στη τηλεόραση, χτυπαν τα χέρια χαρούμενα τ’ανθρωπάκια που τους ακούν, νοιώθουν δικαιωμένοι μεταξύ μιας μερίδας από γύρο και μιας μπύρας καθηλωμένοι στο χαζοκούτι μπροστά, κι ύστερα τίποτα.
Να φανταστείς ολο και περισσότεροι γυρίσαν και κάνουν ευχέλαια πάλι, κεριά και λιβάνια. Σκυμένοι με τη μούρη στο πάτωμα, περιμένουν , πάλι, το τέλος του κόσμου, το τέλος της μιζέριας τους.
Ολα αυτά όμως δεν φαίνονται έτσι όπως στα λέω. Οχι θαταν πολύ εύκολο τότε. Οχι είναι αλλοιώς. Ο κόσμος ανάμεσα στα ξερατά και τα αίματα είναι γεμάτος μπιχλιμπίδια. Ανάμεσα στη σφαγή της ζωής μας και το θάνατο του μυαλού μας , μας δωρίζουν λαμπερά καθρεφτάκια, θυμάσαι? Όπως οι αποικιοκράτες στη νέα γη. Εκεί λίγο πριν ξεκοιλιάσουν τα γυναικόπαιδα τα τράβαγαν κοντά μ’ενα κουτί που λαμπύριζε.
Ετσι κι εδώ αν προσέξεις, βλέπεις από τη γειτονιά που είσαι άραγε? Θα δεις αρώματα και κορδέλλες να κυματίζουν ανάμεσα στη δυστυχία και την εγκατάλειψη. Λαμπερά φώτα, σταρ που έχουν βγει μέσα από την ανθρώπινη αθλιότητα και καλοπληρόνονται όσο πιο συγκλονιστικά τη προβάλλουν...
Οι άνθρωποι δεν πολεμούν πια για να πάρουν πίσω τη χαμένη τους αξιοπρέπεια πολεμούν για τη χειρότερη ιδεολογία που γέννησε ποτέ ανθρωπων νους. ΤΟ ΤΙΠΟΤΑ.
Ενα τίποτα χρωματισμένο για να μοιάζει με κάτι.
Η αφίσα σου ακόμα κρέμεται στα δωμάτια των παιδιών. Να θυμίζει ότι ο θάνατος που ξορκίζουμε κάθε μέρα λες και είναι η μόνη δυστυχία που μπορεί νας μας βρει, μοιάζει με ένα ελάχιστο κάτι μεγαλοπρεπές, μπροστά στο θάνατο της μιζέριας, της ταπείνωσης, που καταδικάσαμε τη ζωή μας να υπομένει.
Θα τα πούμε παλι Τσε,
Ετσι κι αλλοιώς και τότε πάλι αυτοί που κάνανε ευχέλαια και ξόρκια πνιγμένοι μέσα στις δυσειδαιμονίες και τη φοβία να ζήσουν με μεγαλοπρέπεια, τη φοβία να ονειρευτούν, να ελπίσουν και να νοιώσουν έστω και για δευτερόλεπτα ότι σ'αυτό το κόσμο απαίτησαν να σηκώσουν το κεφάλι ψηλά χωρίς ο ήλιος να τους κάψει τα μάτια, εσένα ξορκίζανε σαν το διάολο, οπότε γιατί να σε θυμηθούνε τώρα?
Δεν υπήρξες ποτέ ούτε θα υπάρξεις παρά μόνο στις αφίσες τις κρεμασμένες στα δωμάτια των παιδιών.
3 σχόλια:
την αφισα του δεν ειχε ο Καρατζαφερης στον τοιχο διπλα στο εικονισμα?
θα στοιχειωσει ο φουκαρας ο Τσε.
αυτο δεν το φανταζοταν οσο ηταν ζωντανος...
Κι εγώ έχω κρεμασμένη μια δίαιτα στο τοίχο. Τη δευτέρα θα ξεκινήσω να την εφαρμόζω. Εντάξει την άλλη δευτέρα.. ώχου κάποια δευτέρα :)
εγω εχω μια σημειωση, απο τοτε που πηγαινα νηπιο, και λεει: να θυμηθω να κατακτησω τον κοσμο.
αλλά ολο το ξεχναω... (καταραμενο αϊζενχαουερ)
Δημοσίευση σχολίου