Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2007

ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΠΟΤΕ...

Στο φόβο στηρίζονται όλα. Γεννιέμαι και πεθαίνω προσπαθώντας να ηρεμήσω τους φόβους. Αυριο τι θα γίνει?
Το τοπίο στο μυαλό μου μόνιμα θολό. Δεν ξέρω. Αγνοώ τη συνέχειά μου. Φοβάμαι.
Πρέπει να εξασφαλίσω από σήμερα αυτό που αύριο δεν ξέρω. Δεν εμπιστεύομαι τη ζωή μου, δεν την ελέγχω, δεν την γνωρίζω καν...
Πρέπει να μάθω τι χρειάζομαι, τι θ’αποφύγω, να προσέξω ποιοί θα με βλάψουν, να προσπεράσω γρήγορα εκείνους που θα βλάψω εγώ.

Κι αν μείνω χωρίς σπίτι?
Χωρίς φαγητό?
Αν κάνω κάτι και με κλείσουν μέσα?
Αν αρρωστήσω και δεν έχω κανένα να με φροντίσει?
Αν μείνω άνεργος ? Χωρίς λεφτά?
Αν με αφήσει ο άνθρωπος που αγαπάω?
Αν πάθει κάτι το παιδί μου?
Αν δεν προλάβω?
Αν πεθάνω?

Αυτό που θέλουμε είναι να ξύπνήσουμε μια μέρα χωρίς φόβο. Ελεύθεροι. Το νοιώθουμε καλά ότι ούτε μια στιγμή δεν πετάξαμε. Το βάρος από το κόλλημα σε τούτο εδώ το χώμα μερικές φορές είναι ειλικρινά δυσβάστακτο. Ομως δεν πετάμε είμαστε ένα ασουλούπωτο βαρύδι στην άκρη ενός νήματος που η άγνοια του προκαλεί δέος..

Αυτό που συμβαίνει είναι να προσπαθήσω αυτά που τρέμω να μη συμβούν. Να συμβούν αργά, καθόλου, μακριά, σε άλλους.
Κι αυτό που προσπαθούν αυτοί που νομίζουν ότι εξουσιάζουν είναι να φροντίσουν να μου συμβούν κι άλλα τόσα για να σβήσουν τα ίχνη της αντοχής μου.

Γιατί να μην μπορέσω ποτέ να αποφασίσω αυτό που έχω αληθινά ανάγκη κι αυτό που δεν έχω.
Γιατί αυτό είναι το τέλος του κέρδους, της απάτης και της ασυδοσίας.

Ποιός θα μπορούσε ποτέ να κερδίσει από κάποιον που δεν φοβάται να χάσει τίποτα?
Ποιός θα μπορούσε να εκβιάσει κάποιον που μπορεί ν’αντέξει δυναμικά ένα οποιοδήποτε αύριο? Εκείνον που γνωρίζει ότι τίποτα παραπάνω δεν μπορεί να του κάνει κανείς από αυτό που μπορεί ν’αντέξει. Εκείνον που μπορεί να αγνοήσει κάθε παγίδα?
Ποιός θα μπορούσε να πουλήσει γυαλιά ηλίου σε κάποιον που κοιτάει τον ήλιο κατάματα αδιαφορώντας αν θα κάψει τα μάτια του?

Αυτό το σακί γεμάτο σάρκα, κόκκαλα και υγρά γεννιέται φοβισμένο και φεύγει έτσι.
Κι όλη του η ύπαρξη καταναλώνεται να φυλάει με νύχια και με δόντια αυτή τη σάρκα μη του πάθει κάτι. Μη δεν έχει να τη προχωρήσει πιο εκεί.

Εξουσία είναι να φτάσεις σε ένα σημείο ώστε να μπορείς να επιλέγεις τι θα φοβάσαι.
Υπήκοος είσαι όταν αφήνεις να ελέγξει η εξουσία ποιούς φόβους θα σου δώσει.
Ελεύθερος μπορείς να γίνεις μόνο όταν αντιμετωπίσεις και τους δυο.
Την εξουσία έξω από σένα και το δούλο που έχεις μέσα σου.

Στο μετρό καθόταν απέναντί μου μια κοπελίτσα. Πρέπει ναχε φάει το ξύλο της ζωής της. Η μύτη της έτρεχε συνέχεια, τα μάτια της πρησμένα, κοιτούσε συνέχεια κάτω. Σαν αγρίμι.... Εγκλωβισμένη σ’ενα τρένο που δεν μπορούσε να ελέγξει πότε θα σταματήσει και που.
Ηθελα να την αρπάξω να της βγάλω το κεφάλι έξω από το παράθυρο καθώς το μετρό έτρεχε δαιμονικά και να την τρομάξω αληθινά. Να προβάλει αντίσταση για να ζήσει.

Εφτασα στη στάση. Κατέβηκα.
Συνέχισε.

1 σχόλιο:

johnniebegood είπε...

σημερα ηταν μια κουραστικη, αγχωδης, αλλά γεματη μερα.
καλα ηταν!
παω να την πεσω.
αυριο, εχει ο Θεος.
(πρωινο ξυπνημα, αν ειμαι ακομη ζωντανος - χαχαχα!)

καλο ξημερωμα!