Παρασκευή 20 Φεβρουαρίου 2009

ΥΠΑΡΧΕΙ ΛΟΓΟΣ ΣΟΒΑΡΟΣ ΓΙΑ ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΕΛΛΗΝΕΣ....

Πολλοι φίλοι με ρωτούν πως μιλάω συνέχεια για την αρχαία Ελλάδα, και δεν προτείνω βιβλία σχετικά ή συνδέσμους ή οτιδήποτε έχει να κάνει με την αρχαία ελληνική γραμματεία.

Σ΄αυτό το μπλογκ προσπάθησα να είμαι πάντα ειλικρινής κι ακόμα μια φορά αυτό θα κάνω. Κι η πιο ειλικρινής απάντηση πάντα είναι μια μικρή εξομολόγηση. Ακόμα κι αν σας κουράσω λέω να εξομολογηθώ κάποια πράγματα. Είναι μια καλή ευκαιρία το μπλογκ μια και στην εκλησία δεν πηγαίνω συχνά (πηγαίνω καμμιά φορά βράδυ οταν δεν υπάρχει κανείς γιατί με βοηθάει να σκέφτομαι καλύτερα).

Δεν προτείνω λοιπόν, απλά γιατί δεν έχω τις απαραίτητες γνώσεις για να κάνω κάτι τέτοιο. Τα διαβάσματά μου σ΄αυτό το τομέα είναι περιστασιακά και κατόπιν επιλογής εντελώς αυθόρμητης.

Γιατί είναι δύσκολα. Γιατί είναι ο δύσκολος δρόμος. Ακόμα και για τους ανθρώπους σαν και μένα (και πολλοί άλλοι) που νοιώθουν με το ένστικτο πως εκεί πρέπει να βαδίσουν, είναι πολύ δύσκολο να βρουν το δρόμο.

Δεν αρκεί να θαυμάζεις κάτι. Να βλέπεις ότι είναι σημαντικό. Πρέπει να βρεις το δρόμο για να φτάσεις κοντά του.


Για να φτάσει λοιπόν κανείς να κατανοήσει και να αισθανθεί μέσα στη ψυχή του μια κοσμοαντίληψη τόσο διαφορετική από αυτήν που έχει γαλουχηθεί κι αυτός κι οι πατεράδες του και οι παπούδες του, πρέπει κατ΄αρχήν να έχει τη θέληση και το θάρρος να γυρίσει το «μέσα – έξω».

Ο τελικός σκοπός δεν ειναι να μάθεις απ΄εξω κείμενα, να τα αποστηθίσεις σαν παπαγάλος, ν΄αρχίσεις να κυκλοφορείς σε εκδηλώσεις γιορτές και πανηγύρια κι αυτό να είναι η αλλαγή σου.

Ο τελικός σκοπός πρέπει να είναι να φτιάξεις καινούργιο συκώτι, καινούργια πνευμόνια, καινούργια καρδιά, καινούργιο σώμα, καινούργιο τρόπο αντίληψης.

Να επανεκτιμήσεις από την αρχή κάθε τι που έχεις μάθει και να δίωξεις κάθε ψέμα που σου έχουν φορτώσει ή που κι εσύ ο ίδιος έχεις φορτώσει στον ευαυτό σου.


Κι εγώ είμαι μακριά ακομα από κάτι τέτοιο ακόμα.


Κουβαλάω τις φοβίες μου, τους ενδοιασμους, δεν έχω σιγουριές, ουτε έτοιμες απαντήσεις. Βαδίζω στα τυφλά νοιώθοντας ότι ο δρόμος που μου σερβίρισαν μέχρι τώρα δεν μ΄αρέσει. Αντίθετα στη λιγοστή επαφή μου με εκείνη την άλλη μακρινή χαμένη κάποιους αιώνες πριν πατρίδα, νοιώθω μια μαγεία, ένα ενθουσιασμό σαν να ανακαλύπτω τα πάντα από την αρχή.

Νοιώθω μια γαλήνη πρωτόγνωρη πλησιάζοντας όλο και πιο πολύ. Κι είναι πάρα πολύ δύσκολο να μάθεις ν΄αγαπάς τη γαλήνη. Γιατι μας έχουν μάθει να ειμαστε συνέχεια ερμαια ενός απαίσιου πνευματικού θορύβου.

Νομίζουμε ότι είμαστε σπουδαίοι όταν κάνουμε θόρυβο.


Η μη συχνή αναφορά μου λοιπόν στην αρχαιοελληνική γραμματεία είναι απλά θέμα σεβασμού. Οπως ένας μικρός μαθητης έχει απέναντι στο δάσκαλο.Σ΄ενα δάσκαλο που έχει καταφέρει να του εμπνεύσει σεβασμό.

Δεν ξερει ακόμα ο μαθητής πόσα θα μάθει, τι όνειρα λίγο λίγο θα δημιουργούνται από μέσα του, πόσα ταξίδια ψυχής θα κάνει ακολουθώντας τους γλυκούς μονολόγους του δασκάλου, ξέρει όμως ότι πρέπει ν΄ακούσει γιατί «το νοιώθει».


Τώρα αν με ρωτήσετε βέβαια πως και ξεκίνησαν όλα αυτά, εδώ θάναι δύσκολο ν΄απαντήσω. Πάει πολύ πίσω στο χρόνο. Ισως από το γεγονος ότι προέρχομαι από μια γη που η φαντασία, οι αισθήσεις οργιάζουν. Την Αρκαδία. Ισως γιατί ο πατέρας μου είχε ξεχάσει να με κοινωνήσει όπως όλοι οι καθως πρέπει πατεράδες, αλλά δεν είχε ξεχάσει να μου μιλήσει για τους μυθους και τους θρύλους της μάνας γης.

Κάπως έτσι πρέπει να μπήκε ο διάολος μέσα μου:)

Ομως εκεί που αληθινά ξεκίνησαν όλα ήταν λίγο μετά.


Ημουν στο εξωτερικό. Πήγαινα σ΄ενα σχολείο γαλλικό. Περίπου 14 χρονών τότε. Κατά περίεργο τρόπο ο καθηγητής μου της λογοτεχενείας με είχε στα όπα-όπα. Δεν μπορούσα να καταλάβω το γιατί, δεδομένου ότι ήμουν η χειρότερη στα γαλλικά γιατί οι περισσότεροι είχαν για μητρική γλώσσα τα γαλλικά ενώ εγώ τα μίλαγα όπως αυτά που ξέρουν τα ελληνόπουλα όταν τελειώνουν ένα φροντηστήριο.

Μια μέρα λοιπόν τον ρώτησα ευθέως :

- Κύριε καθηγητά, τι έχω κάνει κι έχω την εκτίμησή σας, γιατί εγώ νοιώθω ότι είμαι η τελευταία των τελευταίων μέσα στη τάξη....

- Εκείνος χαμογελώντας μου απάντησε : «θελει και ρώτημα? Είσαι ελληνίδα κι αυτό μου αρκεί. Και σύντομα να δεις που θα είσαι από τις πρώτες στη τάξη κι ας ξεκίνησαν πολύ πριν από σένα.» Κι έτσι έγινε...


Ισως τότε να ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που σκέφτηκα ότι το να είμαι ελληνίδα σήμαινε κάτι σπουδαίο. Κι επειδή τα δεδομένα γύρω μου, οι εικόνες που έβλεπα στη σύγχρονη Ελλάδα σε τίποτα δεν συνηγορούσαν με μια τέτοια άποψη, ξεκίνησα να ψάχνω να βρω που κατοικεί η σπουδαιότητα που έβλεπε στο πρόσωπό μου ο καθηγητής μου.


Στο δρόμο μου ήρθα πολλές φορές σε πειρασμό να παρατήσω αυτή την αναρώτηση και να γυρίσω στα «εύκολα». Στην κονσερβοποιημένη αντίληψη που μασαγαν οι περισσότεροι γύρω μου. Στο ετοιματζίδικο φαγητό που κατάπιναν άνετα χωρίς καμμιά τύψη για το στομάχι τους. Σ΄εκείνη την ασφάλεια που νοιώθεις όταν συμφωνεις με τη μάζα. Στην ασφάλεια του να μην είσαι «αλλοιώτικος» Κι είχα μια ιδιαίτερη ανάγκη να νοιώσω «οχι αλλοιώτικη» γιατί είχα το ελάττωμα ή προτέρημα να γεννηθώ αλαφροίσκιωτη όπως θαλεγε η γιαγιά μου.


Αυτό μ΄εσπρωχνε να ψάχνω. Ηθελα να μάθω για να ξεπεράσω τους φόβους μου για τόσα πράγματα που μου συνεβαίναν και δεν ήξερα να τα εξηγήσω.

Είναι λογικό κατά καιρούς έγερνα από τη μια μεριά ή την άλλη.

Μ΄ενα έντονο θρησκευτικό συναίσθημα μέσα μου, μια έλξη για το άγνωστο και μια δίψα όπως αυτή του μικρού εξερευνητή, μπλέχτηκα σε πολλά μονοπάτια σκέψης.

Βρέθηκαν πολλοί άνθρωποι γύρω μου που με ώθησαν να πιστεψω αυτό ή εκείνο.


Ομως εγώ προτιμούσα πάντα την μοναχική αναζήτηση . Είχα μια φυσική αντιπάθεια για τις κονσέρβες! Οποιες κι αν ήταν αυτές. Ακόμα κι αν με «βόλευαν» ή μ΄εκαναν να αισθάνομαι δυνατώτερη ή εξασφαλισμένη δεν τις ήθελα τις έρημες τις κονσέρβες.....

Η κεντρική μου ιδέα παρέμενε η αγάπη για τη ζωή και τον άνθρωπο. Για τη φύση, για το συμπαν. Για όλο το θαύμα της δημιουργίας. Κι αυτό με βοηθούσε να αποβάλλω σαν ξένο σώμα ότι έσπερνε μίσος, κακία, υστεροβουλία, εκμετάλλευση, πονηριά. Κι όχι μόνο. Κρατώντας σταθερή μια αξία τόσο μεγάλη όπως η αγάπη εύκολα αναγνωρίζεις την ασχήμια. Κι αυτή στο τέλος αρχιζει να σε αποφευγει..


Αλλωστε ενοιωθα μια υποχρέωση να δώσω κάποτε μια απάντηση σ΄εκείνο το σεβασμό που μου είχε δείξει ο δάσκαλος μου.

Κι έπειτα δεν πήγαινε στο πετσί μου ο ρόλος της φοβισμένης θρησκόληπτης κορασίδας, που τρέμει κολάσεις και διαβόλους, και νοιώθει συνεχώς μίσος, ενοχή ή μετάνοια για κάτι. Δε μου πήγαινε να περιορίζω το μυαλό μου τη ψυχή μου στα πέντε έξι πράγματα που μου είχαν πει γρήγορα και βιαστικά χωρίς να μπουν στο κόπο ούτε καν μια ικανοποιητική εξήγηση να μου δώσουν. Ακου. Σώπα. Λυπάμαι δεν επιθήμησα ποτέ ναμαι ο «ακουσώπας».


Κι η άρνησή μου αυτή να δεχτώ τα δεδομένα δεν έγινε ούτε κατάθλιψη, ούτε απομόνωση ακριβώς γιατί δεν πίστεψα ποτέ ότι αυτή εδώ ήταν η αληθεια και δεν υπήρχε ελπίδα για κάτι καλύτερο.

Ενοιωθα ότι αυτά όλα είναι ψεύτικα κομμένα και ραμμένα στα μέτρα κοντόφθαλμων ανθρώπων που βλέπαν τη ζωή, τον άνθρωπο, τη φύση, τα συναισθήματα σαν τιμωρία? Σαν ανωμαλία? Σαν καταναγκαστικά έργα? Σαν άσκοπη κούραση? Τι να πω.... Αβυσσος...


Ενοιωθα μέσα μου ότι αντίθετα απ΄ολο το ρευμα που οδηγουταν σε μια μαζική αυτοκτονία πνεύματος, έπρεπε να ψάξω καθαρές και γενναίες απαντήσεις.. Οπουδήποτε. Σε οποιές σελίδες, σε οποιές λέξεις, σε οποιά βλέμματα κρυβόντουσαν. Κι όλα οδήγησαν αυθόρμητα σ΄αυτό που σήμερα ακόμα κοιτώ με δέος. Αλλάζοντας λίγο τη φράση του ποιητή θάλεγα...

«Κράτησα τη ζωή μου περπατώντας πάνω σε πέτρινα φύλλα....»

Για να μείνει μέσα σε ορισμένες ψυχες αυτή η γαλήνη, αυτός ο καθάριος αέρας, αυτή η λαχτάρα αγάπης για τη ζωή, τον άνθρωπο, το σύμπαν, για να υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που ονειρεύονται τα ίδια πράγματα που ονειρεύτηκαν κι άλλοι αιώνες πριν, για να υπάρχουν άνθρωποι που συγκινούνται αγγίζοντας τις φλέβες που χτυπάνε ολοζώντανες ακομα στα ξεχασμένα αγάλματα, για να υπάρχουν άνθρωποι ακομα που δεν αγγίχτηκαν από όλο το σάπισμα που ξεχυλίζει γύρω μας, σημαίνει ότι υπάρχει λόγος σοβαρός .

Υπάρχει λόγος σοβαρός και πρέπει πολύ προσεκτικά να τον ψάξουμε.

ΥΣ. Πρόταση βιβλίου ? Ενα απο τα αγαπημένα μου ..«Ονειροπολήσεις ενός μυστικιστή ειδωλολάτρη» , Λουι Μενάρ. Διαβάστε το..

Δεν υπάρχουν σχόλια: