Δηλαδή για να καταλάβουμε αυτοί τώρα ανακάλυψαν το τροχό???
Εγώ από τότε που θυμάμαι τον ευαυτό μου δυό πράγματα μου έκαναν εντύπωση σ΄αυτό το τόπο, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι εισοδηματίες.
Το όνειρο κάθε γονιού ήταν να «βάλει κάπου» το παιδί, το δε προσωπικό του όνειρο να φτιάξει «κεραμίδια» μερικά για να κατοικεί ο ίδιος και τ΄αλλα για να περνάει να εισπράττει τα νοίκια.
Ενας ολόκληρος λαός μεγάλωσε, ονειρεύτηκε, αγωνίστηκε για καρέκλες και τούβλα!
Θυμάμαι μια φορά σε κάποιες διακοπές μου είχε συμβεί ένα τρελλό πράγμα. Βρέθηκα κατά τύχη σε μια παρέα οπου γνώρισα δυό κυρίες. Η μία όπως μου είπαν είχε το μισό Χαλάνδρι και η άλλη το μισό (δε θυμάμαι το προάστιο..)
Μεταξύ μπεκρη μεζέ και κρασοκατάνυξης προσπαθούσα να καταλάβω αυτό που μόλις είχα ακούσει...
Ποιοί ήταν αυτοί οι άνθρωποι? Ποιοί ήταν οι πατεράδες τους οι μανάδες τους. Πως περνάγανε με το τσαντάκι και εισπράττανε νοίκια για ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα τη στιγμή που οι «κακομοίρηδες» στήναν ουρές μπας και τους τύχει ο κλήρος στην εργατική εστία (τότε ακόμα στις τράπεζες παίρναν δάνειο όσοι είχαν τέτοια οικονομική κατάσταση ώστε να μην χρειάζονται δάνειο!!!)
Πως στο διάολο μια σειρά από οικογένειες βρέθηκαν να έχουν αγοράσει την Ελλάδα, να τη κυβερνάνε, να την ορίζουν και θα την ορίζουν για όσο θελήσουν.
Τι δρόμους επέλεξαν? Που τρύπωσαν και με ποιούς τρόπους και πήραν τα φράγκα?
Εχει κανείς την ψευδαίσθηση ακόμα ότι η μίζα είναι ένα φαινόμενο των λίγων?
Το λάδωμα συγκεκριμένο? Η κομπίνα τοπική?
Σε όλη την ανθρώπινη πυραμίδα υπάρχει μίζα, λάδωμα, μέσον, κομπίνα.
Σε όλη. Σε κάθε βαθμίδα.
Στο σχολείο, στους γιατρούς, στο δημόσιο, στο γραφείο, στο γήπεδο, στα μπουζούκια, στο σουβλατζίδικο, στο ταξί, στο φούρνο, στο φαρμακείο, στο γηροκομείο στο παιδικό σταθμό, στο τυροπιτάδικο της γειτονιάς σου!
Ποιοί ήταν αυτοί οι άνθρωποι που είχαν εξασφαλίσει και τα εγγόνια τους σ΄ενα κράτος που προσπαθούσε να κάνει τα πρώτα δειλά του βήματα με χίλια ζόρια...
Κι από την απέναντι όχθη οι δημόσιοι υπάλληλοι. Μπαίναν σ΄ενα γραφείο και εξασφαλιζόντουσαν. Πως εξασφαλιζόντουσαν δηλαδή?
Εστω κι αν ήταν μόνιμοι ένα μισθό έπαιρναν (ή μήπως όχι?) Πως κάνεις πρώτο σπίτι, δεύτερο σπίτι, εξοχικό, βάρκα, αυτοκίνητο, οργανωμένες διακοπές στο Μπαλί, σκι στο Παρνασσό και χλαπακιάζεις όλα τα φιλετάκια και ψαράκια της επικράτειας μ΄ενα μισθό....
Το αισχρό σ΄αυτό το κράτος το μεγαλό έγκλημα στις ψυχές των πολιτών του είναι ότι ολόκληρες δεκαετίες έσπειρε στο λαό την ιδεολογία ότι οι μισοί είναι άχρηστοι ανεπρόκοποι και θα κοιτάνε με πόνο τους άλλους μισούς που είναι ΠΡΟΚΟΜΕΝΟΙ να τα τρώνε.
Προκομένος μια λέξη σιχαμερή γιατί φέρνει στο μυαλό μου όλους τους προκομένους πουχω γνωρίσει... Φέρνει στο μυαλό μου τα θλιμένα μάτια των άλλων "των ανεπρόκοπων" που βλέπαν να πεθαίνουν κάθε μέρα μέσα στα βάσανα και το πόνο και να προσπαθούν να καταλάβουν τι δε πήγαινε καλά με τη πάρτη τους.... Να πονάνε και νοιώθουν κι ενοχές ότι είναι τάχα ανεπρόκοποι...
Δε μεγάλωσε ο πολίτης με την αγανάκτηση του αδικημένου που θα κατεβάσει κάτω το κλέφταρο και θα τον ρίξει στο μουντρούμι που του αξίζει, μεγάλωσε σαν κακομοίρης που ζει και ονειρεύεται να γίνει σαν το κλέφταρο!
«Αχ είδες η Μαιρούλα. Μια χαρά τα καταφέρανε με το Μήτσο. Και το σπίτι τους και το εξοχικό τους και το σκάφακι τους και τα παιδιά τους στο εξωτερικό να σπουδάζουν. Αξιος ο Μήτσος άξιος»
Από που μωρή ηλίθια Κατίνα ήταν άξιος ο Μήτσος?
Δεν αναρωτήθηκες ποτέ τι στο διάολο συμβαίνει κι εσύ μετράς φραγκοδίφραγκα για να πας στο μπακάλη κι η κυρα Μαιρούλα μόλις ανακαίνισε για δέκατη φορά την εντοιχισμένη κουζίνα της?
Δεν αναρωτήθηκες ποτέ πως είναι δυνατόν κάποιος να έχει 100 διαμερίσματα στη κατοχή του και να ζει εισπράττοντας νοίκια?
Βλέπεις εκείνο που έχει μια καντίνα στο πιο γαμάτο τουριστικό μέρος και δεν έχεις ιδέα τι πρέπει να κάνεις για να πάρεις την άδεια.
Εχεις την εντύπωση πως η «προκοπή» σ΄αυτό το τόπο έρχεται με τον ιδρώτα και το κάματο ακόμα βλαμένη!
Αλλά γιατί σε βρίζω... στεναχωριέμαι κατά βάθος γιατί βρίζω πάντα εσένα επειδή οι άλλοι δεν ιδρώνει τ΄αυτί τους.
Εσένα που δεν σε έτυχε να έχεις πτυχία ούτε ιστορίας, ούτε πολιτικής οικονομίας, ούτε καν το λύκειο δεν έβγαλες.
Απλά πίστευες ότι τα παιδιά σου γεννήθηκαν σ ένα τόπο με ευκαιρίες. Τα μεγάλωσες με κόπο, έντιμα για να χρειαστεί να τους μάθεις πολύ αργότερα ότι για να επιβιώσουν θα έπρεπε κι εκείνα να γίνουν κατεργάρηδες και στο δρόμο για το μεγάλωμα βρέθηκες να γλύφεις, να φιλάς κατουρημένες ποδιές, να κλέβεις το συνάνθρωπό σου, να εγκαταλείπεις μια μια όλες τις αρχές και τα διδάγματα που σου μάθαινε η μακαρίτισσα η μάνα εκεί στο πέτρινο σπίτι στο χωριό που μύριζε τζάκι και τραχανά ή στο άλλο το σπιτάκι με το γιασεμί και το δυόσμο από τα κεφτεδάκια στην φτωχογειτονιά της μεγαλούπολης....
Που ν΄αρχίσει και που να τελειώσει κανείς?
Μήπως κι αν ξεκινήσεις το παραμύθι λέγοντας, μια φορά κι ένα καιρό το 1953 η δραχμή υποτιμήθηκε έναντι του δολλαρίου 50% (κι εκείνη τη μεγάλη νύχτα) ξύπνησαν οι μισοί αλλοιώτικοι στην Αθήνα την επόμενη, μήπως τα ξέρουν οι νέοι?
Εγώ έτυχε να τα μάθω από το πατέρα μου. Μου εξηγούσε κάθε είδηση που άκουγα να ξεστραβώνομαι και να μην μου πουλάνε συνέχεια μπούρδες.
Και τι μ΄αυτό? Βλέπεις το έργο από πριν αλλά δε μπορείς να σταματήσεις τη μπομπίνα να γυρίζει. Απλά βλέπεις.
Γιατί σ΄αυτό εδώ το τόπο μείναμε τελικά τρεις κατηγορίες, οι αφελείς, οι κομπιναδόροι και οι ματάκηδες....
Δευτέρα 16 Μαρτίου 2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου