Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2008

ΒΙΒΛΙΑ, ΜΙΑ ΜΕΓΑΛΗ ΑΓΑΠΗ.

Ο Morley έλεγε «όταν πουλάς ένα βιβλίο σε κάποιον, δεν πουλάς μόνο δώδεκα ούγιες χαρτί, με μελάνι και κόλλα, του πουλάς μια ολόκληρη νέα ζωή. Αγάπη, φιλία, ένα πλοίο στη θάλασσα τη νύχτα, υπάρχει όλος ο ουρανός και η γη σε ένα βιβλίο, σ΄ενα αληθινό βιβλίο».

Ναι είναι όλος ο ουρανός και όλη η γη σ΄ενα βιβλίο. Βιβλίο είναι εκείνη η μαγική στιγμή, που κάποιος μετά από μια απόφασή σου να κατεβάσεις από ένα ράφι ένα τίτλο, ένα άκουσμα, μια ιδέα, που δεν ξέρεις που θα σε βγάλει, θα μπει στο σπιτικό σου, για ν΄αφήσει τις εικόνες του, τις σκέψεις του, τα συναισθήματά του, τους φόβους του, τα όνειρά του, τις γνώσεις του, κι εσύ θα ξεκινήσεις ένα ταξίδι. Πατώντας πάνω στις λέξεις του, θα υφάνεις το δικό σου ιστό και θα κρεμαστείς σ΄εκείνο που είναι βαθειά χωμένο μέσα σου, κρυφά μακριά από τα μάτια των άλλων.

Δεν υπάρχουν βιβλία άσχημα ή ωραία. Υπάρχουν πλοία-βιβλία που περιμένουν τους επιβάτες τους. Αλλοι θα πάνε στο παράδεισο, άλλοι στη κόλαση, άλλοι θα φτάσουν μέχρι το στενό παρακάτω απ΄το σπίτι, αλλοι θα κοιμηθούν στ΄αστρα, κι άλλοι σε παγωμένες ερημιές. Σ’αυτό το κόσμο υπάρχει ένα βιβλίο-πλοίο που ανήκει στο καθένα μας. Είναι ο προορισμός που υφάναμε. Η υποψία μας που πέρνει σάρκα.

Για να βρεις το εισιτήριο πρέπει να ψάξεις, να χωθείς σε χιλιάδες σελίδες, να αγαπήσεις , να μισήσεις, να χειροκροτήσεις ενθουσιασμένος ή ν΄απορρίψεις απογοητευμένος. Μέσα σ΄αυτό το ψάξιμο που μπορεί ναναι ώρες ή χρόνια, φτάνεις να στο λιμάνι σου με προορισμό τη πατρίδα σου. Κι όταν φτάσεις ξέρεις ότι ήταν από πάντα εκεί και σε περίμενε.

Μπορεί να διαβάζεις χρόνια ανέμελα και σε μια μοναδική σελίδα να βγει όλο το δάκρυ σου μαζεμένο. Να δεις εκείνο που δεν τόλμησες ποτέ να πεις, χαραγμένο σε λέξεις. Αξίζει να κουράσεις τα μάτια σου, τη σκέψη σου, το χρόνο σου μόνο και μόνο για να φτάσεις κάποτε σ’εκείνη τη σελίδα. Είναι εκείνο το σημείο του ταξιδιού, που ανακαλύπτεις ότι δεν είσαι πια απλός επιβάτης αλλά έχεις γίνει μέρος του πλοίου της γνώσης κι ο ωκεανός δεν σε φιλοξενεί απλά έχει τρυπώσει μέσα σου. Κι αυτό είναι υπέροχο.

Ονειρεύομαι ένα κόσμο που η αγαπημένη πρέζα των παιδιών θα είναι να περιμένουν στη σκοτεινή γωνιά το πακέτο με βιβλία που μόλις κατέφθασε, με λαχτάρα. Να είναι συνένοχοι και βαποράκια ατέλειωτων σελίδων. Να νοιώθουν σύνδρομο στέρησης μόλις θα φθάνουν στη σελίδα που γράφει τέλος...

Φοβάμαι τη μέρα που όλη η γνώση θα γυροφέρνει σε περίληψη, κακό αντίγραφο της πρωταρχικής ιδέας, χωμένο μέσα σε άοσμα τσιπάκια. Φοβάμαι τη γνώση που θα μοιάζει με τη λέξη που προφέρει ο τελευταίος στο χαλασμένο τηλέφωνο. Εκείνη που θα σκορπιέται απλόχερα γιατί έτσι κι αλλοιώς θαχει χάσει το αρχικό της νόημα. Θέλω τις κιτρινισμένες σελίδες και τη μυρωδιά του παλιού χαρτιού ν΄απλώνεται γύρω μου. Για να θυμάμαι ότι μπορώ ακόμα να θυμάμαι..

Δεν υπάρχουν σχόλια: